ήθελε να φυλάξει τη συνείδησή του, όσο το δυνατόν αλώβητη. Η έγνοια της
περιφρούρησης της θέσης του είχε καταντήσει μια δυσάρεστη σκοτούρα.
Οι Κινέζοι επιθεωρητές, που επόπτευαν τη λειτουργία των σχολείων,
μην αφήνοντας τίποτα στην τύχη, έδειχναν ιδιαίτερη προσοχή στον τρόπο
που διδασκόταν η θιβετανική γλώσσα. Υπήρχαν σαφείς οδηγίες, οι
αναφορές στον θιβετανικό πολιτισμό να γίνονται, σαν να πρόκειται για ένα
μουσειακό είδος, αποκομμένο από την σύγχρονη ζωή. Αυτός ο χαρακτήρας
στον ντόπιο πολιτισμό δινόταν, αφού θεωρούνταν ότι το υπόβαθρό του,
δηλαδή ο Βουδισμός Μαχαγιάνα, βρισκόταν σε αντίθεση με την επιστήμη,
με την πρόοδο, με την προοπτική σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της πιο
καθυστερημένης επαρχίας της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, όπως
χαρακτήριζαν επίσημα την Αυτόνομη Περιοχή του Θιβέτ. Οι Κινέζοι
πάντοτε χρησιμοποιούσαν το κινέζικο όνομα της επαρχίας· Ξιζάνγκ.
Σε μια συνάντηση των καθηγητών του σχολείου, που ήταν
οργανωμένη στα πρότυπα λαϊκής κομμούνας, ο Παλτζόρ τόλμησε να θέση
για συζήτηση το ερώτημα, γιατί η μητρική γλώσσα των Θιβετανών, αλλά
και ο ντόπιος πολιτισμός δεν διδάσκεται με επάρκεια στα σχολεία του
Κινγκάι, του Σετσουάν και αλλού, όπου ζούσαν Θιβετανοί, ως μειονοτικοί.
Τόλμησε, όσο ανέπτυσσε τις απορίες και συγχρόνως τις απόψεις του, να
ονομάσει την Επαρχία του Κινγκάι ως Άμντο και τις περιοχές των Επαρχιών
του Σετσουάν και του Γιουνάν, όπου παραδοσιακά κατοικούσαν από αιώνες
Θιβετανοί, ως Καμ, δηλαδή με τα ονόματα που είχαν ως επαρχίες του
άλλοτε ανεξάρτητου Θιβέτ.
Η πρωτοβουλία του Παλτζόρ Ουάνγκτσεν, κάθε άλλο παρά
απαρατήρητη πέρασε. Την επομένη κιόλας, ο Κινέζος υποδιευθυντής του
λυκείου, ο σύντροφος Ζιανγκ Γιονγκχόνγκ τον κάλεσε στο γραφείο του. Του
πρόσφερε τσάι και τσιγάρο. Κάθισαν αντικριστά και ο υποδιευθυντής