ανθρώπους, που ίσως να μοιράζονταν την ίδια γειτονιά. Κάνοντας πρόσθεση
στις ποινές που είχαν καταδικάσει μέχρι τότε οι Κινέζοι τον Τανάκ Γίγκμε
Σάνγκπο, υπολόγισε πως ο δάσκαλος θα αποφυλακιζόταν, αν όλα πήγαιναν
καλά το 2011, μετά από εγκλεισμό του σε διάφορες φυλακές επί σαράντα
ένα χρόνια.
Ο Παλτζόρ Ουάνγκτσεν συνειδητοποίησε πέραν από κάθε αμφιβολία,
σε όλες τις διαστάσεις της, την κατάσταση που επικρατούσε στις περιοχές
που κατοικούσαν Θιβετανοί, τόσο στην Αυτόνομη Περιοχή, όσο και σε
άλλες επαρχίες της Κίνας. Συνειδητοποίησε σκληρά, είναι αλήθεια, πως οι
Κινέζοι ήταν εκμαυλιστές του λαού του, που επιδίωκαν με κάθε μέσον, να
αποκόψουν τους μειονοτικούς, όπως αποκαλούσαν τους συμπατριώτες του,
από τις ρίζες τους, να τους στερήσουν το δικαίωμα να ανασαίνουν στα
χώματα που γεννήθηκαν, μετρώντας τις ανάσες τους με τον δικό τους
ρυθμό....
Κατανόησε επί τέλους την σκόπιμη επιμονή όλων των Κινέζων που
γνώριζε, δίχως εξαίρεση, να αποκαλούν τον τόπο του Ξιζάνγκ και ποτέ
Θιβέτ. Συνειδητοποίησε την κατάσταση του πατέρα του, που επί τόσα
χρόνια ζούσε στη μοναξιά της τραγικής επιτυχίας του. Κατάλαβε, γιατί ο
πατέρας απέφευγε τη συναναστροφή με συμπατριώτες, όπως και με
Κινέζους· είχε μπλεχτεί σ’ έναν ιστό, που ύφανε γύρω του ο ίδιος και από
κάποιο σημείο και μετά δεν εύρισκε τη δύναμη να αποδεσμευτεί. Όσο πικρό
κι αν ήταν, είχε παραδεχτεί ότι ο πατέρας είχε καταντήσει όργανο της
κινέζικης προπαγάνδας. Τότε μονάχα βρήκε εξήγηση για τη θλίψη, που
σχεδόν πάντα σκίαζε το πρόσωπο της μάνας του. Τον έπνιξαν λυγμοί και
μολονότι ήταν ολομόναχος στο δωμάτιό του, έκρυψε με τα χέρια το
πρόσωπό του από πικρή ντροπή....
Μετά το επεισόδιο ο Παλζόρ συνάντησε μυστικά, όπως συνήθως, τον
σεβάσμιο Γκέσε Λόμπσαγκ Ρίνποτσε. Ο γέροντας ήταν καθηλωμένος στο
κελί του. Με δυσκολία άρθρωνε λέξη, αλλά το μυαλό του δούλευε στην
dharmaraksita
(dharmaraksita)
#1