πολυεθνικών εταιριών. Το άνοιγμα στους κανόνες της ελεύθερης αγοράς
ήταν απόλυτα ελεγχόμενο από το κόμμα και την κεντρική κυβέρνηση, που
ενδυνάμωσαν ακόμα περισσότερο τη θέση τους απέναντι στους λαούς, που
κυβερνούσαν. Οι δυτικές κυβερνήσεις, που μέχρι τώρα κατηγορούσαν τους
Κινέζους Κομμουνιστές για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και
τα όμοια, θα υποχρεώνονταν να συμβιβαστούν με τις νέες συνθήκες. Χάριν
των συμφερόντων των πολυεθνικών επιχειρήσεων οι δυτικές κυβερνήσεις
είναι βέβαιο πως θα πάθαιναν αμνησία πλέον...
Χωρίς ίχνος αιδούς εκ μέρους της ηγεσίας, οι άνθρωποι που ζούσαν
μέσα στα σύνορα της Λαϊκής Κίνας, προσφέρθηκαν βορά στην ελεύθερη
αγορά, όπως αποκαλούσαν οι διεθνείς επιχειρηματίες το αδηφάγο κυνήγι
εύρεσης νέων περιοχών για να πουλούν και ν’ αγοράζουν. Οι μέχρι τότε
οικοδόμοι του σοσιαλισμού, όπως αποκαλούνταν οι μάζες των εργατών και
των αγροτών της χώρας, άλλαξαν ταυτότητα. Μετασχηματίστηκαν σε μια
άμορφη μάζα καταναλωτικών όντων. Η παρουσία τους στη ζωή
δικαιώνονταν, όσο ήταν σε θέση, είτε να προσφέρουν στην παραγωγή
φτηνών προϊόντων για τη διεθνή αγορά, είτε να υποκύπτουν χαυνωμένοι,
εξαιτίας της παρατεταμένης στέρησης, στην ζήτηση των σκουπιδιών, που
εισάγονταν στη χώρα τους.
Οι καινούργιες συνθήκες που σάρωσαν κάθε προηγούμενο δεδομένο
στην Λαϊκή Κίνα, είχαν προκαλέσει την εμφάνιση ενός φοβερού
εκτρώματος· μείγμα δεσποτικού ολοκληρωτισμού και συγχρόνως,
καπιταλιστικής φρενίτιδας. Πιασμένοι χέρι χέρι οι κομματικοί με τα
αφεντικά των πολυεθνικών, ωθούσαν ένα πλήθος ανθρώπων, άνω του
δισεκατομμυρίου, σε απόλυτη σχεδόν εξαχρείωση και εξαθλίωση.
Στελέχη του κόμματος, που μόλις πριν λίγα χρόνια φορούσαν
εργατική φόρμα και τραγιάσκα, άλλαζαν ντύσιμο, συμπεριφορά και πόστο.
Φορούσαν πλέον πανάκριβα κοστούμια, ραμμένα σύμφωνα με τη δυτική