Τουρκία. Έκανε κουβέντα και για την μικρή του αδελφή, κόρη ενός
Εβραίου, που είχε αλισβερίσι με τον πατέρα του στην Πάντερμα.
Όταν ζόρισαν τα πράγματα στην Τουρκία με τους πολέμους και την
απόβαση του ελληνικού στρατού, είχε ακουστεί, πως στην Θράκη,
Έλληνες στρατιώτες φέρνονταν άσκημα στους Εβραίους. Τότε, ο
Καλέβ από την Ερντέκ, που είχε χηρέψει, έφερε ένα βράδυ το
μωρουδέλι του στο σπίτι τους στην Πάντερμα και με παρακάλια
ζήτησε να το κρατήσουν η μάνα και ο πατέρας του, πράγμα που
έγινε. Ο ίδιος, ένιωθε πέρα ως πέρα αδύναμος να το μεγαλώσει. Μες
στην απελπισία που τον τυραννούσε, είχε αποφασίσει να φύγει απ’
την Τουρκία για την Παλαιστίνη.
Όταν ο Καλέβ άκουσε όσα του εξιστόρησε ο Κιρκόρ ο φίλος
του, με βουρκωμένα μάτια ψέλλισε· «μπαρούχ χαΣεμ». Ρώτησε τον
φίλο του πότε θα πάει στην Ελλάδα, γιατί ήθελε να γράψει ένα
γράμμα για την κόρη του, να της ξετυλίξει την αλήθεια. Ένιωθε πως
ήταν χρέος του κάτι τέτοιο, αφού δεν ήταν εύκολο, για ένα σωρό
λόγους να πάει ο ίδιος να τη βρει στην πόλη που ζούσε. Η υγεία του
είχε κλονιστεί πολύ σοβαρά, μάλλον από την μακροχρόνια θλίψη
που τον βάραινε κι ένα ταξίδι στην Ελλάδα ήταν έως αδύνατο....
Ήδη στο κιμπούτς έκανε βοηθητικές δουλειές. Ζήτησε μια άδεια
που του δόθηκε και περνούσε το χρόνο στη βιβλιοθήκη,
προσπαθώντας με φοβερό πείσμα να γράψει το γράμμα στην κόρη
του. Είχαν περάσει περισσότερα από τριάντα τρία χρόνια, από τότε
που είχε γράψει τελευταία φορά στα ελληνικά. Οι λέξεις
πλημμύριζαν το νου, ενώ εμπρός στα μάτια του χόρευαν τα
γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου, καθώς προσπαθούσε να
εκφράσει σκέψεις, νοήματα και προπάντων συναισθήματα στο
χαρτί.
dharmaraksita
(dharmaraksita)
#1