πολλοί συγγραφείς που ασχολήθηκαν με την έρευνα για τη ζωή του,
εντοπίζουν μεταξύ των προγόνων του τον Αμπντουλλάχ, αδελφό του
Τζαφάρ αλ Σαντίκ, που ήταν γιος του Μουχάμαντ αλ Μπακίρ,
εγγονού του Ιμάμη Χουσεΐν.
Ο Ιμπραήμ γεννήθηκε για να γίνει βασιλιάς της περιοχής του
Χορασάν, αλλά εγκατέλειψε το θρόνο για να γίνει ασκητής. Η
παράδοση λέει, ότι έλαβε μήνυμα από τον Θεό, μέσω του χαζρέτι
Χιντρ, που του φανερώθηκε δύο φορές, να ακολουθήσει την Οδό
που πυρπολεί την καρδιά του ανθρώπου, από υπέρτατο έρωτα για
τον μοναδικό Μανικό Εραστή. Αφού παραιτήθηκε από τον θρόνο
μετανάστευσε στη Συρία για να ασκητέψει, μιας και ο πόθος του να
σμίξει με τον Αλλάχ ήταν ασίγαστος. Έφτασε στη Συρία περίπου το
750 μ.Χ. και διάλεξε να ζήσει το υπόλοιπο της ζωής του
περιφερόμενος σα νομάδας, ταξιδεύοντας συνεχώς. Λεν πως έφτασε
νότια, ως τη μακρινή για τις συνθήκες της εποχής Γάζα. Ο Ιμπραήμ
απεχθανόταν την επαιτεία και εργαζόταν ακούραστα για την
επιβίωσή του, κάνοντας διάφορες δουλειές. Το αξιοσημείωτο στον
βίο του Ιμπραήμ ιμπν Άζαμ, είναι ότι αναζητώντας έναν πνευματικό
δάσκαλο, για να του δείξει το μονοπάτι που οδηγεί στην ένωση του
ανθρώπου με τον Θεό, κατέφυγε στο κελί ενός Χριστιανού ερημίτη
με το όνομα Συμεών, που υπήρξε και ο πρώτος του Δάσκαλος.
Ο ίδιος ο χαζρέτι Ιμπραήμ έχει περισώσει ένα σύντομο
διάλογο με τον πατέρα Συμεών, όταν τον επισκέφτηκε στο κελί του:
«Πατέρα Συμεών, πόσο καιρό βρίσκεσαι εδώ;» τον ρὠτησα.
«Εβδομήντα χρόνια», μου απάντησε. «Και πώς τρέφεσαι μέσα σ’
αυτή την άφιλη ερημιά;» ρώτησα. Ο γέροντας αντί να μου
απαντήσει, με ρώτησε: «Τί έχεις κατά νου και θέλεις να μάθεις απ’
αυτό που με ρωτάς;» Θα ήθελα να ξέρω, του απάντησα. Στη