Ο ΤΥΧΑΙΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΓΙΟΕΛ ΝΤΟΥΝΤΑΪ

(dharmaraksita) #1

Γιεμενίτη, απ’ ότι σ’ έναν Μαροκινό. Να μην κάνουμε τώρα κουβέντα για
Αμερικανάκια.... Έχουμε κάτι ολοφάνερα πολύ κοινό, τη μαυρίλα της
επιδερμίδας μας...». Ξεσπάσαμε και πάλι σε δυνατά γέλια μέχρι
δακρύων.


Ο Γιοέλ Ντουνταΐ μπήκε στο βιβλιοπωλείο χωρίς το πλατύ
χαμόγελό του, μετά από πολλές μέρες απουσίας. Το βιβλιοπωλείο θα
άνοιγε για το κοινό σε τρία τέταρτα περίπου. Συνήθως έφτανε
αργοπορημένος, αφού ήταν γνωστή σε όλους τους συναδέλφους η
αδυναμία του για το πρωινό χουζούρι. Σήμερα μάλλον ήταν η πρώτη
φορά που έφτασε από τους πρώτους στη δουλειά. Οι τρεις συνάδελφοι
που τον υποδέχθηκαν πρόσεξαν την αλλαγή, αλλά παρ’ όλα αυτά
περίμεναν ν’ αρχίσει τις ενθουσιώδεις περιγραφές με τις ταξιδιωτικές
εντυπώσεις του. Δεν έγινε κάτι τέτοιο. Αρκέσθηκε σ’ ένα ευγενικό
«καλημέρα» και κατευθύνθηκε στο κουζινάκι του καταστήματος, όπου
ήξερε ότι θα έβρισκε φρέσκο γαλλικό καφέ. Γέμισε την κούπα του, που
βρήκε απείραχτη στο ράφι, όπως την είχε αφήσει πριν φύγει. Κάθησε
πίσω από ένα γραφείο κι άρχισε στοχαστικός να απολαμβάνει τον καφέ
του. Η χαριτωμένη Ταμάρα έσπευσε να του προσφέρει ζεστά κρουασάν
σοκολάτας, που είχε αγοράσει από ένα ζαχαροπλαστείο στο δρόμο, λίγα
βήματα παρέκει από το βιβλιοπωλείο. Ρώτησε για τους συναδέλφους,
έναν προς ένα, για το πώς πάνε οι δουλειές, για το αν φάνηκαν τα
αφεντικά από τη Νέα Υόρκη, ενόσω έλειπε και άλλα όμοια κοινότυπα.
Δεν έκανε νύξη, ούτε για το πού πήγε, ούτε για το πώς πέρασε. Το μυαλό
του βρισκόταν αλλού.
Τη μια θυμόταν το περιστατικό της ανάκρισής του στο Μπεν
Γκουριόν, την άλλη έφερνε στο νου τον Σεΐχη του Ντεΐρ Καντίς και τους
φίλους του στο Μοντιίν.
Κάποια στιγμή έριξε μια ματιά στο ρολόι του κι αμέσως
πληκτρολόγησε στο κινητό του το νούμερο της μητέρας του στο μοσάβ.
Ήταν σίγουρος ότι θα ανησυχούσε, αφού είχε να επικοινωνήσει μαζί της
αφότου γύρισε απ’ το εξωτερικό. Εκτός από μερικές ξερές φράσεις για
την υγεία του και τα όμοια, φάνηκε πως δεν είχε διάθεση να μιλήσει στη
μητέρα του για οτιδήποτε άλλο. Έκανε όμως για ελάχιστα δευτερόλεπτα
υπομονή για ν’ ακούσει τις συνηθισμένες γκρίνιες της, για την αδιαφορία
των παιδιών της, που δεν της δείχνουν στοργή, που ζει καταδικασμένη
στη μοναξιά αφότου χήρεψε και άλλα όμοια.

Free download pdf