Ο ΤΥΧΑΙΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΓΙΟΕΛ ΝΤΟΥΝΤΑΪ

(dharmaraksita) #1

στην καρδιά. Μου φαινόταν πως όσα έλεγε αυτός ο άνθρωπος έθεταν στο
περιθώριο το κέντρο του λόγου.
Αποσπάσθηκα από τις σκέψεις μου όταν άκουσα το Σεΐχη να λέει:
Μα τώρα κοπιάστε, να απολαύσουμε το φαγητό που μας χάρισε η
ευσπλαγχνία του Αλλάχ.
Ο Σεΐχ Ισμαήλ άγγιξε το δάχτυλό του σ’ ένα πιατάκι με αλάτι και το
έφερε στο στόμα του προφέροντας το «μπισμιλλάχιρραχμάνιρραχίμ». Το
αλάτι πέρασε μπροστά από όλους που μιμηθήκαμε τον γέροντα
οικοδεσπότη.


Όσο τρώγαμε κανένας μας δεν μιλούσε. Το γεύμα ήταν μια
μυσταγωγία που της ταίριαζε απόλυτα η σιγή. Όταν όλοι πια είχαμε
χορτάσει, ένα «αμιίν» από τα χείλια του οικοδεσπότη, σήμανε το τέλος
της γευστικής μέθεξής μας στα αγαθά του Αλλάχ.


Μετά το φαγητό ο Σεΐχ Αμπού Σάλεχ μας προσκάλεσε στο ζικρ που
θα ακολουθούσε. Δεν ήξερα τί σήμαινε η λέξη. Άνδρες και γυναίκες
σχηματίσαμε κύκλο ενώ ο Σεΐχης κάθησε στην κεφαλή. Ο Αχμέντ πήρε
από τον τοίχο το μπαντίρ κρατώντας το στα χέρια. Μετά από ολιγόλεπτη
σιωπή ο γέροντας είπε ορισμένες προσευχές και στη συνέχεια ξεκίνησε
ρυθμικά, αργά στην αρχή, δυναμώνοντας στη συνέχεια, η επανάληψη της
φράσης « λα ιλλάχα ιλαλλάχ». Όταν άρχισε η απαγγελία αυτής της φράσης
ο Αχμέντ συνόδευε χτυπώντας με ρυθμό το μπαντίρ. Χωρίς να το
καταλάβω από κάποια στιγμή και μετά συμμετείχα μαζί με όλους τους
άλλους στην πρωτόγνωρη για μένα τελετή. Όλοι στο πρώτο μισό της
φράσης στρέφανε το κεφάλι τους δεξιά και μετά αριστερά. Στην αρχή
συμμετείχα με περιέργεια, κατόπιν όμως αφέθηκα στο ρυθμό και στην
κίνηση κι άρχισα να νιώθω μια θέρμη να κατακλύζει την ύπαρξή μου. Στο
μέτωπο αισθάνθηκα σταγόνες ιδρώτα και λίγο αργότερα όλο το σώμα μου
ήταν μούσκεμα. Κάποια στιγμή ο Σεΐχης που είχε το πρόσταγμα στην
τελετή, έπαυσε την επανάληψη της φράσης και ξεκίνησε αργά να
επαναλαμβάνει το ίδιο ρυθμικά τη λέξη «Αλλάχ». Δεν είμαι σε θέση να
υπολογίσω πόσο κράτησε αυτό, ούτε που μ’ ενδιέφερε. Το μόνο που ξέρω
είναι πως ένιωθα την ίδια ένταση και είχα την αίσθηση μιας ανείπωτης
ενέργειας, που είχε κατακλύσει το χώρο. Ο Μίχαελ είχε κλειστά τα μάτια,
όπως ο Αχμέντ και η κυρία Μάριαμ. Τα πρόσωπά τους είχαν αλλοιωθεί
από μια γλυκύτητα. Ήταν ολοφάνερο πως ορισμένοι από τους ανθρώπους

Free download pdf