ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΒΑΣΙΛΗ
«Δε θα ψάλλει και τα κάλαντα φέτος και γνωρίζουμε πόσο
του αρέσουν αυτές οι στιγμές» συμπλήρωσε μελαγχολικά με
βραχνή φωνή ο πατέρας.
«Μην ανησυχείς. Κανόνισα αύριο το πρωί να περάσει από
εδώ ο μικρός Φώτης, ο γιος της κυρίας Σοφίας, απέναντι, να
πούνε τα κάλαντα στη γειτονιά. Δεν του το είπα ακόμη για να
του κάνω έκπληξη».
Ο Μάριος μπήκε στο δωμάτιό του κι έκλεισε απαλά την
πόρτα πίσω του. Μετά έβγαλε μέσα από το συρτάρι του
γραφείου του το τετράδιο με τις σημειώσεις της έρευνάς του.
Το άνοιξε και ξεφύλλισε τις σελίδες του, ώσπου έφτασε στο
σημείο που σταμάτησε την προηγούμενη ημέρα.
«Για να δούμε αν κάναμε κάποια πρόοδο σήμερα» είπε
χαμηλόφωνα και άρχισε να διαβάζει αυτά που είχε γράψει.
«Σύμφωνα με αυτά που μου είπε ο πατέρας μου ο Άγιος
Βασίλης δεν έχει για βοηθούς ξωτικά».
Έτσι διέγραψε το «Έχει βοηθούς ξωτικά» και στη θέση
του έγραψε «Έχει βοηθούς αγγέλους».
Στη συνέχεια σταμάτησε στη γραμμή που έγραφε «Είναι
από το Βόρειο Πόλο».
Επίσης έμαθε από πατέρα του νωρίτερα πως κι αυτό ήταν
λάθος, αλλά την πατρίδα τού Άγιου Βασίλη έπρεπε να τη βρει
μόνος του. Πώς όμως; Και τι σχέση είχαν με αυτή τα κάλαντα
της Πρωτοχρονιάς;
Ξαφνικά μια λάμψη φάνηκε στα μάτια του.
«Η λύση είναι μέσα στα λόγια» φώναξε και άρχισε να ψάλλει
χαμηλόφωνα.
«Άγιος Βασίλης έρχεται, κι όλους μας καταδέχεται, από την
Καισαρεία σ’ εισ’ αρχόντισσα κυρία» εκεί σταμάτησε. «Από την