Χρήστος Τσουκάλης
Απογοητευμένος από την άρνηση να τον δεχτούν έστω και
για λίγο πήρε τον κατηφορικό δρόμο προς τα παλιά, με την
ελπίδα πως θα εύρισκε κάποιον γνωστό να τον βοηθήσει.
Προσπαθούσε να περνά απαρατήρητος από τους ανθρώ-
πους που κυκλοφορούσαν. Ευτυχώς υπήρχε πολύς κόσμος
και δεν τον πρόσεξε κανείς, με τις ίδιες προφυλάξεις προ-
χώρησε προς τα χάνια όπου σύχναζαν άνθρωποι του χωριού
του.
Εκεί συνάντησε ένα συγχωριανό του, όπου ήταν έτοιμος
με τα μουλάρια του τα αναχωρήσει για το χωριό. «Έμεινε
έκπληκτος, μόλις και μετά βίας τον αναγνώρισε.» Στο χωριό
είχε μαθευτεί ότι ήταν κι αυτός μεταξύ των άλλων εκτελε-
σμένων και τους θρηνούσαν.
Μόλις ο πατριώτης του συνήλθε από την έκπληξη, κατα-
λαβαίνοντας τον κίνδυνο που διατρέχαν αποφάσισαν χωρίς
να χάσουν χρόνο να φύγουν, τον πήρε με τρόπο πίσω από
το χάνι του Μηλίνη, τον βοήθησε να καβαλικέψει σε ένα
από τα μουλάρια του, και έσπευσαν να απομακρυνθούν
προς το χωριό.
Είχε σχεδόν σουρουπώσει όταν έφτασαν. Βιαστικά και δί-
χως θόρυβο πλησίασαν στο σπίτι του και ξεκαβάλησε έξω
από την αυλή.
Προσπάθησε να ξεκαθαρίσει την εικόνα αυτή, ήθελε να
θυμηθεί τα γεγονότα με κάθε λεπτομέρεια, ήταν ένα σημα-
ντικό μα και καθοριστικό κομμάτι τον γεγονότων και ήθελε
να το ξανά ζήσει.
Ήρθε στο νου του, η σκηνή της στιγμής που δρασκέλισε
στην πόρτα της αυλής. Μια ανακούφιση ανακατεμένη με
αίσθημα χαράς και ευγνωμοσύνης προς το Θεό και τον άγιο
Μόδεστο, που εκείνη τη μέρα η εκκλησία μας γιόρταζε τη
μνήμη του και τον φώτισε να κάνει αυτό που έκανε.