Ο Παλτζόρ Ουάνγκτσεν είδε μόνος τον ηγούμενο. Πήρε από τα
τρεμάμενα χέρια του ως ευλογία μια κόκκινη κορδέλα και μια μάλα με
λευκές χάντρες, από κόκκαλο γιακ. Ο γέροντας έδωσε στο νεαρό άνδρα
διάφορες οδηγίες, που αποδείχθηκαν απολύτως χρήσιμες για το ταξίδι της
φυγής καθώς ονόματα έμπειρων οδηγών, που γνώριζαν μονοπάτια και
μυστικά, αθέατα περάσματα, προς τα σύνορα. Για κάθε οδηγό που του
σύσταινε είχε κι ένα σημείωμα, με την υπογραφή και την σφραγίδα του.
Πριν αποχωριστούν, ο σεβάσμιος γέροντας έβαλε στα χέρια του Παλτζόρ
μια επιστολή, σε σφραγισμένο φάκελο. Απευθυνόταν στην Αυτής Αγιότητα
τον Δαλάι Λάμα. Ο Παλτζόρ εξέλαβε σαν καλό οιωνό την παράδοση
επιστολής του Λάμα για την Αγιότητά του. Η συνείδησή του τον
πληροφορούσε, πως όλα θα πήγαιναν καλά και σύντομα θα είχαν ξεφύγει,
επί τέλους, από την τεράστια φυλακή τους. Όταν έσκυψε για να φιλήσει τα
γεμάτα ρόζους αποστεωμένα χέρια του γέροντα, τον κατέλαβαν
ασυγκράτητοι λυγμοί. Ο ηγούμενος του κρατούσε το κεφάλι στοργικά
προσπαθώντας με λόγια ευλογίας και επικλήσεις προστασίας να τον
συνεφέρει.
Στο δρόμο με προορισμό το Τχέλινγκ και την κινέζικη πόλη Ζάντα η
συντροφιά του Παλτζόρ Ουάνγκτσεν δεν παρέλειψε μια στάση στις θερμές
πηγές Τιρταπούρι, στην όχθη του Λανγκτσάν Καμπάμπ. Το βύθισμα στα
νερά των πηγών που άχνιζαν αποδείχθηκε μια ευχάριστη ευλογία για όλους.
Ο Γκέσε Ντόλκαρ θεώρησε το μπάνιο στις πηγές σαν μια συγκατάνευση
στην απόφασή τους, εκ μέρους του Γκουρού Ρίνποτσε, που αντίκρυζε το
μοναστήρι του μακριά προς τα ανατολικά.
Έφτασαν στο Τχέλινγκ αναζωογονημένοι. Βλέποντας την αρχαία
μοναστική πολιτεία, που στο μακρινό παρελθόν είχε δει δοξασμένες ημέρες,
όταν οι βασιλιάδες της δυναστείας Γκουγκέ, κυβερνούσαν το δυτικό Θιβέτ