ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΜΟΥ ΠΑΠΠΟΥ

(dharmaraksita) #1

Το σπίτι του παππού ήταν λίγο σκοτεινό, μιας και είχε μικρά
παράθυρα. Είχε δυο μικρά δωμάτια κι ένα κουζινάκι. Η τουαλέτα
ήταν στον κήπο. Ηλεκτρικό στο σπίτι του παππού δεν υπήρχε,
μονάχα τρεχούμενο νερό. Το ένα δωμάτιο, το καθιστικό, ήταν
στρωμένο χαλιά, λιωμένα απ’ τον χρόνο και κουρελούδες. Το
υπνοδωμάτιο ήταν λιτό και αντί για κρεβάτι υπήρχε ένα στρώμα στο
πάτωμα με διπλωμένα τα σκεπάσματα με τάξη. Σε μια γωνιά υπήρχε
κι άλλο ένα μικρότερο στρώμα, που άφηνα το σώμα μου να
ξεκουραστεί, όποτε έμενα στου παππού μου. Σε μια γωνιά του
καθιστικού υπήρχε ένας μικρός σοφράς, η τραπεζαρία του παππού,
όπου φίλευε συχνά επισκέπτες που κάθε τόσο έρχονταν να τον δουν.
Το βράδυ έκαιγε, ανάλογα με την περίσταση, δυο τρία κεριά για να
φωτίζεται ο χώρος. Τις κρύες νύχτες του χειμώνα έκαιγε στο κέντρο
του καθιστικού μια μαντεμένια ξυλόσομπα, που θέρμαινε όλο το
σπίτι. Πάνω από την σόμπα σχεδόν πάντοτε υπήρχε ένα ανατολίτικο
τσαγερό κι έτσι το τσάι ήταν έτοιμο κάθε στιγμή. Σε μια μεριά του
τοίχου του υπνοδωματίου ήταν κρεμασμένα τρία μεγάλα ράφια
φορτωμένα βιβλία. Τα περισσότερα ήταν γραμμένα με αραβικά
γράμματα. Όταν ρώτησα τον παππού, μου είχε πει πως άλλα ήταν
στα αραβικά και άλλα στα οθωμανικά. Όταν ήμουν τελειόφοιτος
στο λύκειο και τον είχα επισκεφθεί σε περίοδο διακοπών, ένα
απόγευμα με είχε ξεναγήσει στη βιβλιοθήκη του. Με πολύ καμάρι
μου είχε δείξει ένα Κοράνιο, που ήταν ολοφάνερη η παλαιότητά
του. Το θεωρούσε πολύτιμο, γιατί του το είχε δωρίσει ο Χαφούζ
Αλή Ρεσάτ, ο Δάσκαλός του. Δίπλα στο Κοράνι αυτό υπήρχε άλλο
ένα αντίτυπο του ιερού Βιβλίου, που συνήθως, όπως είχα προσέξει,
μελετούσε. Παραδίπλα υπήρχαν δύο Καινές Διαθήκες, μία στα
αρχαία ελληνικά και η άλλη σε οθωμανική απόδοση. Λίγο πιο πέρα
πρόσεξα ένα βιβλίο με τους Ψαλμούς του Δαβίδ, Ζαμπούρ, το

Free download pdf