1. ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ
Είχαν μείνει λίγες μέρες για τα Χριστούγεννα. Τα σχολεία
είχαν κλείσει για τις διακοπές, και οι γειτονιές της πόλης
είχαν φορέσει τα γιορτινά τους.
Στους δρόμους άκουγες όμορφες μελωδίες και ο αέρας
ήταν γεμάτος ευχάριστες μυρωδιές.
Στις πλατείες υπήρχαν μεγάλα χριστουγεννιάτικα δέντρα,
φτιαγμένα με χιλιάδες λαμπιόνια και η φιγούρα του Αϊ-
Βασίλη σου χαμογελούσε σε κάθε γωνιά.
Μεγάλοι και παιδιά ήταν χαρούμενοι και τριγυρνούσαν
ανέμελα στους στολισμένους δρόμους.
Πολλοί κοίταζαν τις βιτρίνες των καταστημάτων ψάχνοντας
για δώρα, κάποιοι λαχταρούσαν τις λιχουδιές των ζαχαρο-
πλαστείων, ενώ κάποιοι άλλοι έκαναν περίπατο.
Το χιόνι έπεφτε από ψηλά χορεύοντας με τον άνεμο και ο
γέρο-χρόνος είχε πιάσει κουβέντα με το χειμώνα, που με
καμάρι του έδειχνε πόσο όμορφα είχε στολίσει τις
βουνοκορφές με κατάλευκα χιόνια.
Ο Μάριος είχε σκαρφαλώσει στο μεγάλο καναπέ του
σαλονιού, είχε τραβήξει την κουρτίνα στην άκρη και κοίταζε
το χιονισμένο βουνό.
Δίπλα του, το μεγάλο χριστουγεννιάτικο δέντρο φώτιζε το
σαλόνι, κάνοντάς το όμορφο και γιορτινό.