Ο Μόνος Επιζών

(Christos) #1
Χρήστος Τσουκάλης


  • Καλημέρα και σένα, «του λέει,» ενώ συγχρόνως σκούπιζε
    με την πετσέτα τα χείλη και το μουστάκι του.

  • Πως είσαι σήμερα; Σε βλέπω λίγο καλύτερα. «του είπε
    χαμογελώντας»

  • Ναι, δόξα τω Θεό ξύπνησα και σήμερα, σα να είμαι καλύ-
    τερα από χθες.

  • Α.. ωραία να σε πάρω να μας βοηθήσεις, όπως τον παλιό
    καλό καιρό, έχουμε αρκετή δουλειά και ο χρόνος παράδο-
    σης μας πιέζει. «του είπε αστειευόμενος»

  • Καλά θα ήταν, μα καταλαβαίνω τον Άγιο Πέτρο να με γυ-
    ροφέρνει, και μάλλον αυτή τη φορά,... δεν θα μπορέσω να
    τον ξεγελάσω, «του είπε με ένα χαμόγελο μικρής απογοή-
    τευσης»

  • Μη λες τέτοια, ακόμη σε έχουμε ανάγκη, ποιον θα έχου-
    με μετά να μας συμβουλεύει και να μας λέει ιστορίες.

  • Ό,τι ήταν να προσφέρω, το πρόσφερα, τώρα πρέπει να
    φύγω, τη θέση μου θα την πάρετε εσείς για τα παιδιά σας
    και για τα δικά σας εγγόνια.

  • Μη λες τέτοια, έχεις ακόμη ψωμιά.

  • Ναι, ναι θα ξανανιώσω, «του είπε με ένα ειρωνικό χαμό-
    γελο.»

  • Σ’ αφήνω τώρα, θα περάσω το βράδυ μόλις τελειώσω.

  • Άντε καλή δουλειά, και πες τη γυναίκα σου να έρθει να
    πάρει τον δίσκο.

  • Θα της το πω.
    Η πόρτα έκλεισε πίσω, και ο γέροντας άνοιξε το κουτάκι
    με τα χάπια, πήρε αυτό που έπρεπε καταπίνοντας το με
    λίγο νερό. Ύστερα σηκώθηκε έκανε μια βόλτα στο δωμάτιο
    παρατηρώντας για πολλοστή φορά τα πράγματα που υπήρ-
    χαν γύρω του και διακοσμούσαν τον περιβάλλοντα χώρο.
    Ήταν ευρύχωρος, με ένα μεγάλο παράθυρο στα ανατολικά
    αφήνοντας το φως να πλημμυρίζει παντού, ιδιαίτερα όταν η
    μέρα ήταν ηλιόλουστη.

Free download pdf