Ο Μόνος Επιζών

(Christos) #1
Χρήστος Τσουκάλης

Είπε στην αδερφή του να μη δέχεται κανέναν εκτός από
τους πολύ δικούς τους, και την μαμή. Η έγκυος είχε ανά-
γκη από ακινησία και ησυχία όπως και κείνος. Και να του
κάνουν ό,τι γιατροσόφια ήξερε εκείνη, και η Μαρία, να
γιάνει όσο πιο γρήγορα γινότανε να βοηθήσει την οικογέ-
νεια του.


Είχαν περάσει δυο μέρες αγωνίας για τα μουλάρια, και
κόντεψε να τιναχτεί όρθιος από τη χαρά του όταν αργά το
βράδυ ήρθε ο Στεργιαννίδης σέρνοντας τα ζώα στην αυλή.


Ω θεέ μου «είπε μέσα του» δεν θα πεινάσει η φαμιλιά μου.
Μόλις σηκωθώ, θα ξανά δουλέψω καλά με δαύτα, να μη
μας λείψει τίποτε.


Πόση ικανοποίηση ένιωσε εκείνη την στιγμή!! ο φόβος να
μη χαθούν τα ζώα έπαψε να τον βασανίζει, το μόνο που
έπρεπε τώρα να κάνει ήταν υπομονή, να γιάνει το τραύμα
και να βγει ξανά για δουλειά. Η οικογένεια είχε ανάγκη
από βασικά αγαθά να μπορέσει να επιβιώσει από την πείνα
που μάστιζε όλη τη χώρα.


Όταν ο Στεργιαννίδης τελείωσε με την φροντίδα των ζώων,
πήγε μέσα, πήρε ένα σκαμνί κάθισε κοντά του, λέγοντας
του με κάθε λεπτομέρεια πόσο κοπιάσανε να βρούνε τα
ζώα, και πως το χωριό ήταν βυθισμένο στο πένθος. Ο αριθ-
μός των εκτελεσθέντων ακόμη δεν ήταν εξακριβωμένος,
ούτε οι ταφές δεν είχαν τελειώσει. Κάποιοι μιλάγανε για
εκατόν είκοσι, άλλοι για εκατόν δέκα πέντε, δεν είπαν όμως
πως κάποιος γλύτωσε, ούτε εμείς αναφέραμε... για ασφά-
λεια.


Καλά κάνατε, οι προδότες δεν το έχουν πολύ να ψάξουν
ποιος είναι, και ν’ αρθούν να με βρουν.


Μπα δεν υπάρχει περίπτωση. Ύστερα άμα δούμε πως έρ-
χονται ξένοι κατά δω, θα σε κρύψουμε, και την γυναίκα
σου θα της πούμε να φορέσει μαύρα.

Free download pdf