Ο Μόνος Επιζών

(Christos) #1
Ο Μόνος Επιζών

Σιγά, σιγά, με την αμέριστη βοήθεια της αδερφής του, που
μέρα νύχτα φρόντιζε ακούραστα και τους τρεις, άρχισε να
αναρρώνει. Το ηθικό του είχε αυξηθεί, ο πόνος κάθε μέρα
καταλάγιαζε. Όλοι οι κοντινοί άνθρωποι πρόσφεραν βοή-
θεια, ο καθένας με τον δικό του τρόπο.


Μα πιο πολύ ο Στεργιαννίδης, στάθηκε βράχος κοντά του.
Χρησιμοποιώντας και τα δικά του μουλάρια σε κάθε μετα-
φορά που εύρισκε, εξασφάλιζε αγωγιάτικα και για κείνον,
και συνάμα τα φρόντιζε τα ζωντανά μαζί με τα δικά του
χωρίς καμιά εξαίρεση. Ήταν δύσκολο να φανταστεί πως θα
ήταν η ζωή του εκείνο το κρίσιμο διάστημα που αυτός ήταν
ανίκανος να προσφέρει τη παραμικρή οικονομική βοήθεια.
Το πιο βέβαιο ήταν πως το σπίτι δεν θα είχε ούτε τα βασικά.


Σ’ όλη την υπόλοιποι ζωή του, ένιωθε υποχρέωση και ευ-
γνωμοσύνη για τον άνθρωπο αυτόν που του παραστάθηκε
καλύτερα και από αδερφός. Γι’ αυτό φρόντιζε να ανταποδί-
δει κάθε φορά που του δινόταν η ευκαιρία.


«Έλεγε πως η χάρη θέλει αντίχαρη και πάλι χάρη μένει.»

Ακολούθησε εμφύλιος, χρόνια δύσκολα και επικίνδυνα.
Οι εξορίες, οι εκτοπίσεις ήταν καθημερινή απειλή. Ποιον
θα μιλούσες, ποιον θα συναναστρεφόσουν, τι θα έλεγες,
πως θα το έλεγες, μπορούσε να είναι αιτία στα καλά του
καθουμένου να βρεθείς στα μπουντρούμια της ασφάλειας.


Το ξύλο να ομολογήσεις «τα ανομολόγητα» δεν ήταν καθό-
λου σπάνιο φαινόμενο, οι φωνές και οι κραυγές από τους
πόνους καλύπτονταν από τον θόρυβο των μοτοσυκλετών
που τις μάρσαραν οι χωροφύλακες, κάνοντας πως τις δοκι-
μάζανε για να είναι έτοιμες προς χρήση. Ήταν κοινό μυστι-
κό μεταξύ των γειτόνων, μα δεν τολμούσαν καν να το ανα-
φέρουν.


Η λέξη «ασφάλεια» για τους απλούς πολίτες προκαλούσε
φρίκη, τρόμο, στο άκουσμα της. Κάποιοι που είχαν έστω

Free download pdf