Ο Μόνος Επιζών
σαν τα φρούτα στα δέντρα, δεν είναι τυχαίο που λέει ο λαός
όσο μεγαλώνω μαθαίνω»
Με λίγη δυσκολία σηκώθηκε, ήθελε να ξεμουδιάσει, να
κάνει έναν γύρο στο δωμάτιο και μετά να ξαπλώσει για
ύπνο, δεν νύσταζε έπρεπε να παραμείνει ξυπνητός, σε λίγο
θα κοιμόταν για πάντα, η ψυχή του είχε αποφασίσει να
εγκαταλείψει το ταλαιπωρημένο του σώμα, εννιάμιση δεκα-
ετίες δεν είναι λίγο, σχεδόν ένας ολόκληρος αιώνας.
Εκείνη την στιγμή ξανά συνειδητοποίησε πόσο ευλογημέ-
νος ήταν. Γλίτωσε από το μοιραίο αρκετές φορές, ήταν τυ-
χερός; Η έτσι γράφουν τα κιτάπια του αγίου Πέτρου. Πόσοι
άνθρωποι δικοί του δεν πρόλαβαν να ζήσουν ούτε τα μισά
από τα χρόνια που έχει ζήσει αυτός.
Άτομα του οικογενειακού περιβάλλοντος είχαν εγκαταλεί-
ψει αυτόν τον κόσμο πριν καλά–καλά τον γνωρίσουν. Ποιος
τελικά είναι πιο τυχερός; αυτός που τον αφήνει και φεύγει
νωρίς; ή εκείνος που ζει πολλά χρόνια με βάσανα, με αγω-
νίες, και χτυποκάρδια; Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει.
Τελικά η ζωή αυτή είναι. Έτσι λειτουργεί. Έχει τους δι-
κούς της κανόνες και είναι απαράβατοι από καταβολής.
Κάθε άνθρωπος σε όποια κάστα κι αν ανήκει, απ’ όπου κι
αν προέρχεται, σε όποια κοινωνία κι αν ζει, στην διάρκεια
της ζωής συναντά προβλήματα. Ίσως να είναι διαφορετικά
μα δεν παύουν να έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά.
Στάθηκε μπροστά στο ημερολόγιο και το κοιτούσε. Σκέ-
φτηκε αύριο δέκα εννιά ο μήνας. Άπλωσε το χέρι να βγάλει
χαρτάκι μα αντί για ένα, έβγαλε δύο και το ημερολόγιο
έδειξε είκοσι Δεκεμβρίου. Έβαλε τα γυαλιά του και διάβα-
σε.
‘’ Και με σπασμένα τα φτερά, μπορεί ο Αετός ν’ αντέξει
στην πιο μεγάλη θύελλα μονάχος να παλέψει.