Ο Μόνος Επιζών

(Christos) #1
Ο Μόνος Επιζών

τα πτώματα που τον είχαν εγκλωβίσει και την θέληση για να
επιζήσει πόσο δυνατή ήταν.


Είδε την άχαρη προσμονή να πέσεις από τις σφαίρες των
εκτελεστών, η θέα της πτώσεως των πτωμάτων από τον βρά-
χο, η ψυχολογική κατάρρευση του προκάλεσε μια ισχυρή
ναυτία, ήταν έτοιμος να λιποθυμήσει όταν ένιωσε ένα χέρι
να τον ακουμπά στον ώμο.


Έμεινε για λίγο ακίνητος, έπειτα χωρίς βιασύνη σηκώθηκε
όρθιος, ενώ το χέρι αυτό συνέχιζε να τον κρατά τώρα από το
μπράτσο και να τον βοηθά να σταθεί όρθιος. Ένας άντρας
νεότερος από κείνον τον κοίταζε στα μάτια ερευνητικά με
έκδηλη απορία, κι αμέσως μετά τον ρώτησε.



  • Τι σου συμβαίνει; Ποιος είσαι; Αν ήσουν από τα εδώ γύρω
    χωριά, θα σε ήξερα. «Και συνέχισε» Έχω ώρα που σε παρα-
    κολουθώ να κάνεις γύρους εδώ στα μαγαζιά και να κοιτάς
    αφηρημένος σα να κάτι ψάχνεις, σα να θέλεις κάτι να
    βρεις, κάτι να θυμηθείς, και τώρα σε βλέπω γονατιστό στο
    καταραμένο αυτό σημείο χλωμό.


Εκείνος δεν ήταν σε θέση να αρθρώσει λέξη παρά μόνο
τον κοιτούσε. Με απλανές βλέμμα.



  • Από πού είσαι αν επιτρέπεται; Τον ρώτησε και του έσφιξε
    το μπράτσο σε μια προσπάθεια να τον κάνει να μιλήσει.


Με ένα άσπρο μαντίλι που είχε πάντα στην τσέπη του σα-
κακιού του, σκούπισε τα δακρυσμένα του μάτια, πήρε μια
βαθιά ανάσα και άρχισε να απαντά.



  • Είμαι αυτός που σώθηκε από κείνη την σφαγή... γιατί για
    σφαγή πρόκειται, «ένας κόμπος στο λαιμό του τον εμπόδισε
    να συνεχίσει». Έμεινε άφωνος για λίγο και συνέχισε. Έχω
    ακόμη τη σφαίρα από την χαριστική βολή, οι γιατροί δεν
    μου την έβγαλαν... δεν έπρεπε μου είπαν.

Free download pdf